4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Στάθης Σταυρόπουλος

Ο γέρων Βυζαντινός σοφός άρχοντας κι ο νεαρός ρωμαλέος Λατίνος βάρβαρος.
Κάθονταν δίπλα στο αναμμένο τζάκι και συζητούσαν.
Για αρχαίες ραφινάτες συνταγές φαγητών,
και θαυμαστούς μηχανισμούς παιχνιδιών...

Έξω, το αίμα θρηνούσε τη σπατάλη του, τα σκυλιά μπορούσαν επιτέλους να γλείψουν τα κεφάλια των πεσμένων αγαλμάτων και η βουή των αγγέλων μετέφερε στα πέρατα την ηχώ απ’ τον ξαφνικό θάνατο των ανθρώπων, την αγωνία και τον τρόμο

την ντροπή του ανήμπορου
τη στιγμή που γίνεται σφάγιο.
Ένας κόσμος πέθαινε.
***
Μόλις λίγες μέρες νωρίτερα, ο νεαρός Λατίνος βάρβαρος είχε περιμαζέψει απ’ τον δρόμο, λίγο πριν να τον βουτήξει ο χάρος, παραζαλισμένον και άλαλο τον Βυζαντινό άρχοντα, άμαθον

στην καταστροφή των υιών αυτού των ιδίων
και συνηθισμένον στην καταστροφή των άλλων,
και κατά τη βασιλική τάξη των πραγμάτων, αλλά και κατά τις μυστήριες μεν, πλην όμως πολύ σταθερές πρόνοιες του Κυρίου από Κτίσεως Κόσμου.

Ανίκανος τις πρώτες στιγμές, ώρες και μέρες, ο γέρων σοφός -ιστορικός στο επάγγελμα, λόγιος της Αυλής στους τίτλους κι εντεταλμένος, κατά καιρούς, του Κράτους στα αξιώματα- αδυνατούσε να εννοήσει το κακό,
ψέλλιζε μόνον λίγες λέξεις στα ελληνικά στον Λατίνο νεαρό που τον είχε σώσει από τη σφαγή στους δρόμους

και τον έκρυβε (μάλιστα στο ίδιο του το σπίτι), έτρωγε
λιγάκι και, κυρίως αυτό, άκουγε τις επίσης λίγες λέξεις που του έλεγε στα λατινικά ο Λατίνος για να του περιγράψει την καταστροφή,

φειδωλός για να μην τον ταράξει πολύ,
αλλά ο γέρων ψυχανεμιζόταν τον όλεθρο, τον ένοιωθε και θρηνούσε, όλο και θρηνούσε, χωρίς να μπορεί να χωρέσει στο μυαλό του τέτοιο συμβάν.
Δεν ήταν στάση, ούτε επανάσταση, ούτε ήττα, ούτε σφαγή, ούτε ανατροπή, καθαίρεση ή τυραννίδα - από τέτοια, χίλια και άλλα χίλια περιστατικά είχαν συμβεί στην ιστορία, όλα παροδικά ή όλα το ένα να γεννάει το άλλο ή να το σκοτώνει, αυτό όμως το τωρινό ήταν η συντέλεια του κόσμου.
Έκλεγε ο γέροντας.
Κι έξω στους δρόμους η Πόλις χάνονταν.
Όμως, και στην πιο μεγάλη θλίψη, μέσα στις παρυφές της αντάρας, στης αβύσσου το χείλος, παρηγορητική πελάζει απ’ άνθρωπο προς άνθρωπο η κουβέντα, αν της δοθεί η ευκαιρία.

Κι έτσι, μέρα με τη μέρα,
μάθαινε ο Ρωμαίος από τον Λατίνο,
μάθαινε ο νεαρός από τον γέροντα
και μάθαιναν ο άρχοντας για τον άξεστο μισθοφόρο και ο βάρβαρος για τον σοφό αριστοκράτη.
Στιγμές στιγμές έκλαψαν με το ίδιο δάκρυ, γέλασαν ο ένας με τα αστεία του άλλου, απόρησαν με τα στερεότυπα και τις φενάκες του ενός κόσμου και του άλλου, ώσπου εν τέλει ο παππούς κι ο εγγονός πήγαν ο ένας τον άλλον βόλτες στον χρόνο και τον χώρο του καθενός.
Ο νεαρός βάρβαρος πίστευε ότι ανατολικώς της ανατολής ζουν άνθρωποι με ένα πόδι που κινούνται με μικρά πηδηματάκια, ότι υπάρχει μια χώρα που έχει μόνον ένα δένδρο γύρω απ’ το οποίο μαζεύονται αναζητώντας λίγη σκιά όλοι οι κάτοικοί της, οι πασίγνωστοι Ακέφαλοι, που έχουν το στόμα και τα μάτια πάνω στην κοιλιά τους,

ενώ ακόμα πιο πέρα απ’ την ανατολή της ανατολής ζούνε χριστιανοί πρίγκιπες με εκατό χέρια ο καθένας, που έρχονται να αφανίσουν τους Τούρκους από τους ¶γιους Τόπους.
Ο Βυζαντινός τα αμφισβητούσε όλα αυτά, στην Κίνα ζουν Κινέζοι, έλεγε, και μετά την Κίνα υπάρχει μόνον η θάλασσα, και πάντως, αν υπήρχαν οι Ακέφαλοι, θα το ήξεραν ο Ηρόδοτος, ο Αριστοτέλης και ο Κλέαρχος -ο νεαρός ρωτούσε «ποιοι είναι αυτοί» και

απαντώντας ο γέροντας, ξεχνιόταν, κι όσο ξεναγούσε τον άξεστο, αλλά φιλομαθή βάρβαρο στο δισχιλιετές παρελθόν, έβρισκε κάποια παρηγοριά εκεί και θεράπευσε την ψυχή του-, ύστερα πάλι

αθεράπευτος, ορθώνονταν εκ νέου ο πόνος, έκλαιγε ο Βυζαντινός, κι έμενε βουβός δίπλα του ο Λατίνος.
-------------------------------------------------------------------------
Ο νεαρός ρωμαλέος Λατίνος, κι όχι βάρβαρος πλέον, έζησε πολλά χρόνια ακόμα, συνάντησε τους ¶ραβες κι επέστρεψε ύστερα στην πατρίδα του, την Ιταλία, όπου και πέθανε πλήρης ημερών, πλούσιος κι ευυπόληπτος. Κατέλιπε στους δικούς του, εκτός απ’ τα λάφυρα, και μια πλούσια βιβλιοθήκη -φιλοσοφία, ιατρική, γεωγραφία, ιστορία, αστρονομία, στρατιωτικά, μηχανικές κατασκευές, αρχιτεκτονική και άλλα-, αλλά, έως το τέλος του, γκρίνιαζε και δυσφορούσε που ούτε τους Ακέφαλους συνάντησε, ούτε τους Εκατόγχειρες.
Παρ’ ότι υπήρχαν! Είναι βέβαιον ότι υπάρχουν.
Κι ας έλεγε εκείνος ο πεισματάρης Έλληνας ότι δεν υπήρχαν. Απλώς ήταν γέροντας κι είχε κουρασθεί να ψάχνει...

ΣΤΑΘΗΣ Σ.

Υ.Γ.: Η ιστορία αυτή είναι παρμένη απ’ το έργο του Ουμπέρτο Έκο «Μπαουντολίνο» - από το όνομα του νεαρού Λατίνου. Το δεύτερο πρόσωπο (αν και στο έργο δεν κατονομάζεται) είναι ο Νικήτας Χωνιάτης, ιστορικός της πρώτης, κι από πολλές πλευρές οριστικής, άλωσης της Πόλης στα 1204 μ.Χ.
Υ.Γ. 1: Οι εξόριστοι απ’ την Αγία Σοφία ¶γγελοι, που ο Μάνος Χατζιδάκις άκουσε να φυλάνε την Πύλη του Αδριανού και την Ακρόπολη, ήρθαν στα μέρη μας μετά τη δεύτερη άλωση της Πόλης στα 1453 μ.Χ. Οι ¶γγελοι από την πρώτη άλωση δεν μαρτυρούνται·•ουδείς ουδαμού τους αντάμωσε, ίσως να έχασαν τον δρόμο τους, και πάντως όλες οι αναζητήσεις του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού προς ανεύρεσίν τους απέβησαν άκαρπες και διεκόπησαν στα 1922, θαρρώ τον Αύγουστο του σωτηρίου εκείνου έτους, με εντολή της Κοινωνίας των Εθνών.